- άγαμι
- Πουλί της τάξης των γερανομόρφων. Πετάει λίγο και έχει το μέγεθος της κότας, εκτός από τον λαιμό και ιδίως τα πόδια του, που είναι πολύ μεγαλύτερα. Το φτέρωμά του είναι μαυροπράσινο στην πλάτη, άσπρο στον λαιμό και κοκκινωπό στην κοιλιά. Ζει σε αγέλες, που φτάνουν σε αριθμό τα 200 στις βαλτώδεις περιοχές της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, ειδικά στη λεκάνη του Αμαζονίου. Είναι γενικά ήμερο και όταν είναι ακόμα μικρό εξημερώνεται εύκολα και γίνεται κατοικίδιο. Στη Βραζιλία και στις Γουιάνες το χρησιμοποιούν ως ζώο-φύλακα, επειδή βγάζει μια συνεχή και τρεμουλιαστή φωνή, ίδια με τον ήχο μιας μικρής σάλπιγγας. Για τον λόγο αυτό λέγεται και πουλί-σάλπιγγα, άστοχα όμως, γιατί έτσι ονομάζεται ένα στρουθιόμορφο που ζει στις πετρώδεις περιοχές της Σαχάρας και οι Άραβες το αποκαλούν πουλί των πετρών.
Το πτηνό άγαμι, που σε ορισμένες περιοχές της Αμερικής ζει ως κατοικίδιο.
Dictionary of Greek. 2013.